παράγγειλε

παράγγειλε
παρά̱γγειλε , παραγγέλλω
pass on
aor ind act 3rd sg (doric aeolic)
παραγγέλλω
pass on
aor ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • παραγγέλνω — παράγγειλα, παραγγέλθηκα, παραγγελμένος 1. στέλνω παραγγελία, διαβιβάζω είδηση, εντολή, επιθυμία: Μου παράγγειλε να ετοιμάσω το σπίτι, γιατί θα ’ρθει να μείνει. 2. (για γιατρό), κάνω σύσταση, συμβουλεύω: Ο γιατρός παράγγειλε να μείνει ο άρρωστος… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αεροναυτική — Σύνολο πειραματικών δεδομένων, τεχνικών εφαρμογών και ποικίλων δραστηριοτήτων, οι οποίες συνδέονται με τις συνθήκες που επιτρέπουν στον άνθρωπο να μετακινείται μέσα στη γήινη ατμόσφαιρα με συσκευές που κατασκευάζονται γι’ αυτό τον σκοπό. Τo… …   Dictionary of Greek

  • αιτιατικοφανής — ές αυτός που έχει μορφή αιτιατικής πτώσεως, αιτιατικοφανής γενική (τόν είπε, μέ παράγγειλε), αιτιατικοφανές επίρρημα (δωρεάν, χάριν). [ΕΤΥΜΟΛ. < αιτιατική + φανής < ἐφάνην < φαίνω*] …   Dictionary of Greek

  • Πραξιτέλης — (4ος αι. π.X.). Αθηναίος γλύπτης, γιος του Κηφισόδοτου και πατέρας του Κηφισόδοτου και του Τιμάρχου, επίσης γλυπτών. Ο Πλίνιος τοποθετεί την ακμή του στην 104η Ολυμπιάδα (364 – 361) και ο Παυσανίας αναφέρει ότι έδρασε περίπου το 340. Περί τα μέσα …   Dictionary of Greek

  • Τυπογραφείο Εθνικό — Το τυπογραφείο του εληνικού κράτους, στο οποίο εκτυπώνονται η Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και άλλα δημόσια έγγραφα. Με την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Ελλάδας, οι πρώτες κυβερνήσεις που σχηματίστηκαν, προνόησαν για τον καταρτισμό τυπογραφείου για… …   Dictionary of Greek

  • πετροχελίδονο — πετροχελίδονο, το και πετροχελιδόνι, το είδος χελιδονιού, αλλιώς χελιδόνι το βραχοδίαιτο: Μου παράγγειλε τ αηδόνι με το πετροχελιδόνι να του χτίσω τη φωλιά του… (λαϊκό τραγ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”